Δελτίο Τύπου

27 Σεπ 2021

Έκθεση EY: Πρόκληση για τις επιχειρήσεις οι εταιρικές αναφορές για τους κλιματικούς κινδύνους

Οι επιχειρήσεις παγκοσμίως δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν στις εταιρικές αναφορές τους τις επιπτώσεις των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, και θα πρέπει να λάβουν επειγόντως μέτρα, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες των ρυθμιστικών αρχών και των επενδυτών, σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της παγκόσμιας έκθεσης της EY, Global Climate Risk Barometer.

Διευθυντής Επικοινωνίας
Ευάγγελος Μάξιμος A. Σκοπελίτης

Διευθυντής Brand, Marketing και Επικοινωνίας της ΕΥ Ελλάδος

Με πάθος για την ειδησιογραφία και την ιστορία. Λατρεύει τα ταξίδια και το διάβασμα. Δεσμευμένος και ευτυχής ιδιοκτήτης ενός σκύλου.

► Η 3η έκδοση της παγκόσμιας έρευνας της EY, Global Climate Risk Barometer, αναδεικνύει πρόοδο στις εταιρικές αναφορές για τους κλιματικούς κινδύνους, αλλά, παράλληλα, υπογραμμίζει την ανάγκη για περισσότερη δράση

► Οι μισές από τις επιχειρήσεις συμπεριλαμβάνουν κάποια στοιχεία για το κλίμα στις αναφορές τους, αλλά μόλις το 3% το κάνουν με ολοκληρωμένο τρόπο

► Το 2022 αναμένεται να αυξηθούν οι εταιρικές αναφορές σχετικά με τους κλιματικούς κινδύνους, σε παγκόσμιο επίπεδο

Οι επιχειρήσεις παγκοσμίως δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν στις εταιρικές αναφορές τους τις επιπτώσεις των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, και θα πρέπει να λάβουν επειγόντως μέτρα, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες των ρυθμιστικών αρχών και των επενδυτών, σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της παγκόσμιας έκθεσης της EY, Global Climate Risk Barometer.

Η έκθεση εξετάζει τις δημοσιοποιημένες αναφορές περισσότερων από 1.100 επιχειρήσεων σε 42 χώρες, με βάση τις συστάσεις της Ομάδας Εργασίας για τις Χρηματοοικονομικές Γνωστοποιήσεις σχετικά με το Κλίμα (Task Force on Climate-related Financial Disclosures – TCFD). Η TCFD δημιουργήθηκε για να βελτιώσει την ποιότητα και να αυξήσει τον αριθμό των χρηματοοικονομικών αναφορών που σχετίζονται με το κλίμα. Οι επιχειρήσεις αξιολογούνται για τον αριθμό των προτεινόμενων απαιτήσεων που δημοσιεύουν (κάλυψη) και την έκταση ή τη λεπτομέρεια κάθε γνωστοποίησης (ποιότητα).

Σύμφωνα με την έκθεση της EY, μόνο οι μισές εταιρείες που αξιολογήθηκαν παγκοσμίως (50%) πραγματοποιούν όλες τις προτεινόμενες γνωστοποιήσεις και έχουν, ως εκ τούτου, πλήρη κάλυψη, ενώ η μέση κάλυψη διαμορφώνεται στο 70%. Ωστόσο, μόλις το 3% των επιχειρήσεων πληρούν τα υψηλότερα επίπεδα ποιότητας, ενώ η μέση βαθμολογία ποιότητας κυμαίνεται στο 42%.

Οι επιχειρήσεις μπορεί να επηρεαστούν από «κινδύνους μετάβασης», που απορρέουν από τις μεταβολές που επιφέρει η κλιματική αλλαγή στην οικονομία και στους κανονισμούς. Για παράδειγμα, συγκεκριμένοι κλάδοι μπορεί να επηρεάζονται από τις τιμές του άνθρακα ή από «φυσικούς κινδύνους», όπως οι συχνές καταιγίδες, ως άμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Οι συστάσεις TCFD παρέχουν ένα πλαίσιο που οι επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν για την αναφορά αυτών των κινδύνων, και περιλαμβάνουν απαιτήσεις για πληροφόρηση σχετικά με τη διακυβέρνηση, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη στρατηγική και στον σχεδιασμό της επιχείρησης, τη διαχείριση κινδύνων, τους δείκτες επίδοσης και τους στόχους.

Επιπρόσθετα, η έκθεση αποκαλύπτει ότι μόνο τα δύο πέμπτα (41%) των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι πραγματοποίησαν ανάλυση κρίσιμων σεναρίων (crucial scenario analysis) – η οποία αποτελεί επίσης σύσταση της TCFD – για να εξετάσουν την πιθανή έκταση και τα χρονικά όρια συγκεκριμένων κινδύνων και να προετοιμαστούν για πιθανά αρνητικά αποτελέσματα. Παράλληλα, μόλις το 15% περιλαμβάνουν την κλιματική αλλαγή στις οικονομικές τους καταστάσεις – υποδηλώνοντας ότι δε διαθέτουν αξιόπιστα δεδομένα ή ότι δεν έχουν ακόμη προετοιμαστεί για τον πιθανό αντίκτυπο των κλιματικών κινδύνων στην κερδοφορία τους. Αυτή η χαμηλή διαθεσιμότητα εταιρικών αναφορών, αντιμετωπίστηκε με την πρόσφατη συμφωνία των G7, που καθορίζει τα βήματα για να καταστεί υποχρεωτική η υποβολή εκθέσεων για το κλίμα.

Η γνωστοποίηση στοιχείων για το κλίμα διαφοροποιείται σημαντικά ανά χώρα. Παρόλα αυτά, οι χώρες με τις καλύτερες και τις χειρότερες επιδόσεις δεν έχουν αλλάξει στα τρία χρόνια που εκδίδεται η έκθεση της EY. Οι χώρες με ώριμες αγορές, όπου η Πολιτεία, οι μέτοχοι, οι επενδυτές και οι ρυθμιστικές αρχές συμμετέχουν ενεργά στον διάλογο σχετικά με τους κινδύνους που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή, τείνουν να έχουν την υψηλότερη βαθμολογία. Επιπρόσθετα, οι χώρες στις οποίες πρόκειται να τεθούν σε ισχύ υποχρεωτικά μέτρα, όπως για παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο, συγκεντρώνουν υψηλή βαθμολογία ως προς την ποιότητα των αναφορών τους.

Η έκθεση της EY παραθέτει μια σειρά από βήματα που μπορούν να ακολουθήσουν οι επιχειρήσεις, για να διασφαλίσουν ότι πληρούν τις νέες απαιτήσεις γνωστοποίησης. Αυτά περιλαμβάνουν τη διασφάλιση ότι οι χρηματοοικονομικές αναφορές τους συνδέονται άμεσα με τους κινδύνους για το κλίμα και ότι ενσωματώνονται στα υπάρχοντα πλαίσια εταιρικών κινδύνων, αντί να αντιμετωπίζονται ως ξεχωριστό ζήτημα. Σύμφωνα με την έκθεση, είναι, επίσης, προτιμότερο να δημοσιεύονται προληπτικά και άμεσα οι γνωστοποιήσεις για τους κλιματικούς κινδύνους, έναντι της αναμονής για την εισαγωγή πιθανών αντίστοιχων παγκόσμιων προτύπων εταιρικών αναφορών.

Σχολιάζοντας τα συμπεράσματα της έρευνας, η κα Κιάρα Κόντη, Associate Partner, Υπηρεσίες Κλιματικής Αλλαγής και Βιώσιμης Ανάπτυξης της ΕΥ Ελλάδος, δήλωσε: «Καθώς η κοινωνία, αλλά και η επενδυτική κοινότητα και οι ρυθμιστικές αρχές, ευαισθητοποιούνται περισσότερο για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, η ανάγκη για ολοκληρωμένες εταιρικές αναφορές για τους κλιματικούς κινδύνους, γίνεται πιο επιτακτική. Το επίπεδο πληροφόρησης που παρέχουν οι επιχειρήσεις σήμερα έχει βελτιωθεί, αλλά εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στο μέγεθος της πρόκλησης. Η εκτίμηση των επιδράσεων των κλιματικών κινδύνων για τις επιχειρήσεις ξεπερνάει τις παραδοσιακές μεθοδολογίες εκτίμησης κινδύνων και απαιτεί, σε αρκετές περιπτώσεις, ανάλυση διαφορετικών σεναρίων αύξησης της θερμοκρασίας σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Οι επιχειρήσεις παγκοσμίως, και στην Ελλάδα, θα πρέπει να εξετάσουν αναλυτικά το πώς η κλιματική αλλαγή επηρεάζει το επιχειρηματικό τους μοντέλο και τη στρατηγική τους, και να ενσωματώσουν, με τρόπο διαφανή και ολοκληρωμένο, στοιχεία για τους κινδύνους, αλλά και τις ευκαιρίες που δημιουργεί για εκείνες το κλίμα, στις χρηματοοικονομικές αναφορές που δημοσιοποιούν».  

-τέλος-

Στην ΕΥ, σκοπός μας είναι η δημιουργία ενός καλύτερου εργασιακού κόσμου, παράγοντας μακροπρόθεσμη αξία για τους πελάτες μας, τους ανθρώπους μας και την κοινωνία, και οικοδομώντας εμπιστοσύνη στις κεφαλαιαγορές.

Aξιοποιώντας τα δεδομένα και την τεχνολογία, οι πολυσυνθετικές ομάδες μας, σε περισσότερες από 150 χώρες, οικοδομούν την εμπιστοσύνη μέσω της διασφάλισης της καλής λειτουργίας των επιχειρήσεων και βοηθούν τους πελάτες μας να αναπτυχθούν, να μετασχηματιστούν και να λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα.

Μέσω των Ελεγκτικών, Συμβουλευτικών, Νομικών και Φορολογικών Υπηρεσιών μας, καθώς και μέσω των Συμβουλευτικών Υπηρεσιών Εταιρικής Στρατηγικής και Συναλλαγών, οι ομάδες της EY θέτουν καλύτερες ερωτήσεις, για να καταλήξουν σε νέες απαντήσεις στα περίπλοκα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος μας σήμερα.

To λογότυπο ΕΥ αναφέρεται στον παγκόσμιο οργανισμό, και μπορεί να αναφέρεται σε μία, ή περισσότερες, από τις εταιρείες μέλη της Ernst & Young Global Limited, καθεμία από τις οποίες αποτελεί ξεχωριστή νομική οντότητα. Η Ernst & Young Global Limited, μια βρετανική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δια εγγυήσεως, δεν παρέχει υπηρεσίες σε πελάτες. Πληροφορίες αναφορικά με τον τρόπο που η ΕΥ συγκεντρώνει και χρησιμοποιεί τυχόν προσωπικά δεδομένα, καθώς και περιγραφή των δικαιωμάτων των υποκειμένων σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προσωπικών δεδομένων, είναι διαθέσιμα στον σύνδεσμο ey.com/privacy. Για περισσότερες πληροφορίες για τον οργανισμό μας, παρακαλούμε επισκεφθείτε το ey.com