N. 4706/2020 Εταιρική Διακυβέρνηση Εισηγμένων Εταιρειών

Τοπική Επαφή

Στέφανος Μήτσιος

4 Δεκ 2020
Θέματα Tax Alerts
Περιοχές Greece

Επιπλέον υλικό

  • N. 4706/2020 Εταιρική Διακυβέρνηση Εισηγμένων Εταιρειών

Με τον πρόσφατο Ν.4706/2020 «Εταιρική διακυβέρνηση ανωνύμων εταιρειών, σύγχρονη αγορά κεφαλαίου, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, μέτρα προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1131 και άλλεςδιατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 136/17.07.2020, εφεξής «ο Νόμος») και την παράλληλη κατάργηση1 των συναφών άρθρων του Ν. 3016/2002 επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την εταιρική διακυβέρνηση των ανωνύμων εταιρειών, καθώς και η αποσαφήνιση ορισμένων ζητημάτων που είχαν απασχολήσει τη νομική πράξη και θεωρία.

Σε συνέχεια των ρυθμίσεων του νέου Νόμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εξέδωσε ήδη (α) την με αριθμό 60/18.09.2020 εγκύκλιο με τις Κατευθυντήριες Γραμμές για την Πολιτική Καταλληλότητας, (β) την με αριθμό 1Α/890/18.09.2020 απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου, που ρυθμίζει τις κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του Νόμου  και (γ) την με αριθμό 1/891/30.09.2020 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. H έκδοση των ανωτέρω ρυθμίσεων μέσα στις πολύ πιεστικές προθεσμίες που έτασσε ο νέος Νόμος καταδεικνύει τη βούληση της ρυθμιστικής αρχής να καθοδηγήσει και να στηρίξει άμεσα και εποικοδομητικά τις εισηγμένες εταιρείες στην προσαρμογή τους στις νέες διατάξεις και να εποπτεύσει την τήρηση τους.

1 Κατά το άρθρο 91 του Ν.4706/2020 καταργούνται τα άρθρα 1-11 του Ν.3016/2002 που ρύθμιζαν έως τώρα την εταιρική διακυβέρνηση.

Οι διατάξεις του Νόμου θα τεθούν σε ισχύ δώδεκα (12) μήνες μετά τη δημοσίευσή του2, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.

ΙΙ. Οι κυριότερες ρυθμίσεις του Νόμου

Οι ρυθμίσεις του Νόμου που αφορούν στην

εταιρική διακυβέρνηση (άρθρα 1-24) εφαρμόζονται βεβαίως συμπληρωματικά σε σχέση με τις διατάξεις του ν. 4548/2018 σε ανώνυμες εταιρείες με μετοχές ή άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά στην Ελλάδα.

1. Διοικητικό Συμβούλιο

α) Πολιτική Καταλληλότητας (άρ.3): Για πρώτηφορά εισάγεται πολιτική καταλληλότητας για τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο και εφαρμόζεται σε κάθε εκλογή διοικητών της εισηγμένης εταιρείας. Σύμφωνα με την εγκύκλιουπ’ αριθμόν 60/18.09.2020 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τις Κατευθυντήριες γραμμές για την Πολιτική Καταλληλότητας του άρθρου 3 του Νόμου, η Πολιτική Καταλληλότητας πρέπει να είναι σαφής, επαρκώς τεκμηριωμένη, να διέπεται από την αρχή της διαφάνειας και της αναλογικό-τητας και να είναι σύμφωνη με τον Κανονισμό Λειτουργίας και τον Κώδικα Εταιρικής Διακυβέρνη-σης που εφαρμόζει η εταιρεία. Η καταλληλότητα διακρίνεται σε ατομική και συλλογική. Η ατομική καταλληλότητα σχετίζεται με τις επαρκείς γνώσεις, δεξιότητες, εμπειρία, ανεξαρτησία κρίσης, εχέγγυα ήθους, καλή φήμη, διάθεση επαρκούς χρόνου κ.α. για την εκτέλεση των καθηκόντων ενός προσώπου ως μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας σύμφωνα με τα κριτήρια καταλληλότητας που θέτει η Πολιτική Καταλληλότητας της εταιρείας. 

Η καταλληλότητα του συνόλου των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου αποτελεί τη συλλογική καταλληλότητα. Κατά την επιλογή, την ανανέωση της θητείας και την αντικατάσταση μέλους λαμβάνεται υπόψη η αξιολόγηση τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής καταλληλότητας. Η πολιτική καταλληλότητας πρέπει ναπεριλαμβάνει το ελάχιστο περιεχόμενο που προβλέπει ο Νόμος, όπως αρχές για την επιλογή ή αντικατάσταση μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, κριτήρια αξιολόγησης της καταλληλότητας αυτών και διατύπωση κριτηρίων πολυμορφίας (diversity) για την επιλογή τους, επιτυγχάνοντας έτσι ποικιλία απόψεων και εμπειριών με σκοπό τη λήψη ορθότερων αποφάσεων. Σημαντική καινοτομία του Νόμου αποτελεί και η ρητή πρόβλεψη ότι τα κριτήρια επιλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου περιλαμβάνουν τουλάχιστον την επαρκή εκπροσώπηση ανά φύλο σε ποσοστό που δεν υπολείπεται του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των μελών του, στην πραγματικότητα ζητά την συμμετοχή περισσότερων γυναικών σταδιοικητικά συμβούλια των εισηγμένων εταιρειών. Η Επιτροπή Υποψηφιοτήτων λαμβάνει υπόψη της το κριτήριο αυτό κατά την υποβολή προτάσεων για ορισμό μέλους Διοικητικού Συμβουλίου

Η Πολιτική Καταλληλότητας λαμβάνει υπόψη τις ειδικότερες αρμοδιότητες κάθε μέλους , την τυχόν συμμετοχή του σε άλλες επιτροπές, τη φύση των καθηκόντων του και τον χαρακτηρισμό του ως ανεξάρτητου ή μη μέλους καθώς και ειδικότερα ασυμβίβαστα ή χαρακτηριστικά ή συμβατικές δεσμεύσεις που συνδέονται με τη φύση της δραστηριότητας της εταιρείας ή τον Κώδικα Εταιρικής Διακυβέρνησης που εφαρμόζει.

Η εταιρεία οφείλει να παρακολουθεί σε διαρκή βάση την καταλληλότητα των μελών για να εντοπίζει περιπτώσεις όπου κρίνεται αναγκαία η επαναξιολόγηση της καταλληλότητάς τους.Η πολιτική καταλληλότητας και κάθε ουσιώδης τροποποίησή της υποβάλλεται προς έγκριση στη Γενική Συνέλευση και ισχύει από την έγκρισή της από αυτή.  Ουσιώδεις θεωρούνται οι τροποποιήσεις που εισάγουν παρεκκλίσεις ή μεταβάλλουν σημαντικά το περιεχόμενο της Πολιτικής Καταλληλότητας ιδίως ως προς τις εφαρμοζόμενες γενικές αρχές και κριτήρια.

Ακόμη, για την εκλογή ή διατήρηση της ιδιότητας μέλους καθώς και για την ανάθεση (ή διατήρηση της ανάθεσης) εξουσιών διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας σε τρίτα πρόσωπα τίθεται ως προϋπόθεση η μη έκδοση (εντός ενός έτους πριν ή από την εκλογή ή την ανάθεση, με δυνατότητα επιμήκυνσης αυτού από το καταστατικό) τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που αναγνωρίζει υπαιτιότητά του μέλους για ζημιογόνες συναλλαγές εταιρείας εισηγμένης ή μη με συνδεδεμένα μέρη.

Στην παρακολούθηση της εφαρμογής της Πολιτικής Καταλληλότητας συνδράμουν η μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου, ή/και Κανονιστικής Συμμόρφωσης, η Επιτροπή Υποψηφιοτήτων και ο Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου. Μάλιστα στην ετήσια Δήλωση Εταιρικής Διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνεται σχετική αναφορά.

2 Άρ.92 παρ. 3 Ν. 4706/2020.

β) Αρμοδιότητες-πεδία ευθύνης ΔΣ (άρ.4): Προβλέπονται αναλυτικά αρμοδιότητες και πεδία ευθύνης, επιπλέον όσων εισήχθησαν με το νόμο 4548/2018. Σε αυτά συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η παρακολούθηση και η περιοδική αξιολόγηση ανά τρία (3) τουλάχιστον οικονομικά έτη του συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης, η διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου (του οποίου οι στόχοι απαριθμούνται ενδεικτικά), η ανάρτηση στον ιστότοπο της εταιρείας του εκάστοτε ισχύοντος κωδικοποιημένου καταστατικού και η κατάρτιση δήλωσης εταιρικής διακυβέρνησης, στην οποία πρέπει να περιέχεται, μεταξύ άλλων, αναφορά στην πολιτική καταλληλότητας, στα πεπραγμένα των επιτροπών του Διοικητικού Συμβουλίου κ.ά.

γ) Σύνθεση– Απαρτία ΔΣ (άρ.5): Διατηρείται η διάκριση των μελών, που προβλεπόταν στον Ν.3016/2002, σε εκτελεστικά, μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα μη εκτελεστικά. Η ιδιότητα των μελών ως εκτελεστικών ή μη ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά που είτε εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση είτε ορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, δεν πρέπει να υπολείπονται του1/33 του συνόλου των μελών του και πάντως δεν πρέπει να είναι λιγότερα από δύο (2)4. Σε ορισμένες περιπτώσεις (κατάρτιση οικονομικών καταστάσεων, συνεδριάσειςΔιοικητικού Συμβουλίου για θέματα που βάσει του Ν.4548/2018 εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία) το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τουλάχιστον δύο (2) ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη.

δ) Εκτελεστικά μέλη (άρ.6): Πλέον αποσαφηνίζεταιο ρόλος τους. Τα εκτελεστικά μέλη μεριμνούν ιδίως για την εφαρμογή των στρατηγικών που τίθενταιαπό το Διοικητικό Συμβούλιο και συζητούν με τα μη εκτελεστικά σε περιοδική βάση για την καταλληλότητα των εν λόγω στρατηγικών. Ακόμη, υποβάλλουν εκθέσεις προς το Διοικητικό Συμβούλιο όταν επιβάλλεται από τις συνθήκες να ληφθούν μέτρα που αναμένεται ευλόγως να επηρεάσουν την εταιρεία, όπως λ.χ. αποφάσεις για ανάληψη κινδύνων ή εξέλιξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που αναμένεται να επηρεάσουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση της εταιρείας.

ε) Μη εκτελεστικά μέλη (άρ.7): Αποσαφηνίζεται ο ρόλος τους. Στις αρμοδιότητές τους εμπίπτουν ενδεικτικά η παρακολούθηση και η εξέταση της στρατηγικής της εταιρείας, η υλοποίησή της, η επίτευξη των στόχων της, η διασφάλιση της αποτελεσματικής εποπτείας των εκτελεστικών μελών και  η διατύπωση απόψεων επί των προτάσεων τους.

στ) Ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη (άρ.9):Τίθενται ενισχυμένα κριτήρια ανεξαρτησίας αυτών. Για να θεωρείται ανεξάρτητο θα πρέπει (κατά τον ορισμό του και κατά τη θητεία του) να μην κατέχει άμεσα ή έμμεσα ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου μεγαλύτερο του 0,5% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας και να μην υπάρχει σχέση εξάρτησης οικονομικού, επιχειρηματικού, οικογενειακού ή άλλου είδους. Το Διοικητικό Συμβούλιο επανεξετά-ζει την πλήρωση των προϋποθέσεων ανεξαρτησίας τουλάχιστον ετησίως και εφόσον διαπιστώσει ότι αυτές εξέλιπαν, εκκινεί τις διαδικασίες αντικατά-στασης του μέλους όπως αυτές ορίζονται στο νόμο. Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά υποβάλλουν, από κοινού ή καθένα χωριστά, αναφορές και εκθέσεις προς τη Γενική Συνέλευση ανεξάρτητα από τις εκθέσεις που υποβάλλει το Διοικητικό Συμβούλιο5.H ενίσχυση του ρόλου των ανεξάρτητων μελών προκύπτει και από άλλες διατάξεις του Νόμου, όπως για παράδειγμα το άρθρο 10 παρ. 3 που ορίζει ότι ο Πρόεδρος των Επιτροπών Υποψηφιοτήτων και Αποδοχών θα πρέπει να είναι ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος και το άρθρο 5 παρ. 3 που προβλέπει ότι η αναιτιολόγητη απουσίαανεξάρτητου μέλους σε δύο τουλάχιστον συνεχόμενες συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου λογίζεται ως παραίτησή του. Ίδια ρύθμιση και στο άρ.4 παρ.2 Ν.3016/2002.

2. Επιτροπές του Διοικητικού Συμβουλίου

α) Επιτροπή Αποδοχών (άρ.10,11): Για πρώτη φορά θεσμοθετείται Επιτροπή Αποδοχών, η οποίαδιαθέτει κανονισμό λειτουργίας, είναι τουλάχιστον τριμελής και αποτελείται από μη εκτελεστικά μέλη εκ των οποίων δύο (2) τουλάχιστον μέλη είναι ανεξάρτητα μη εκτελεστικά.

Αυτά πρέπει να αποτελούν την πλειοψηφία των μελών της, ενώ ο Πρόεδρός της πρέπει ομοίως να είναι ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος. Στις αρμοδιότητες της Επιτροπής Αποδοχών περιλαμβάνεται η διατύπωση προτάσεων προς το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με την πολιτική αποδοχών που υποβάλλεται προς έγκριση στη Γενική Συνέλευση καθώς και με τις αποδοχές των προσώπων που εμπίπτουν στην εν λόγω πολιτική και των διευθυντικών στελεχών.

3 Ίδιο ποσοστό προέβλεπε και το άρ,3 Ν.3016/2002
4 Πρόεδρος ορίζεται μη εκτελεστικό μέλος. Αν διορισθεί εκτελεστικό μέλος, ως αντιπρόεδρος ορίζεται υποχρεωτικά μη εκτελεστικό μέλος (άρ.8 Ν.4706/2020)
5 Ίδια ρύθμιση και το άρ.4 παρ.2 Ν. 3016/2002

β) Επιτροπή Υποψηφιοτήτων (άρ.10, 12): Η Επιτροπή Υποψηφιοτήτων θεσμοθετείται για πρώτη φορά, διαθέτει κανονισμό λειτουργίας, είναι τουλάχιστον τριμελής και αποτελείται από μη εκτελεστικά μέλη εκ των οποίων δύο (2) τουλάχιστον μέλη είναι ανεξάρτητα μη εκτελεστικά. Αυτά πρέπει να αποτελούν την πλειοψηφία των μελών της, ενώ ο Πρόεδρός της πρέπει ομοίως να είναι ανεξάρτητο μη εκτελεστικό μέλος. Η εν λόγω Επιτροπή είναι επιφορτισμένη με την εξεύρεση προσώπων τα οποία είναι κατάλληλα να αναλάβουν θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο, επί τη βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στην πολιτική καταλληλότητας.

γ) Επιτροπή Ελέγχου (άρ.10, 74 παρ.4): Η εν λόγω Επιτροπή προβλεπόταν ήδη στον Ν.4449/2017. Με τον Νόμο συμπληρώνονται οι σχετικές προβλέψεις ως προς τα ζητήματα της σύνθεσης, αντικατάστασης μελών και αρμοδιοτήτων της. Οφείλει και αυτή να καταρτίζει κανονισμό λειτουργίας.

3. Σύστημα Εταιρικής Διακυβέρνησης (άρ.13):

Ο Νόμος προβλέπει την εφαρμογή ενός Συστή-ματος Εταιρικής Διακυβέρνησης που θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα σύστημα εσωτε-ρικού ελέγχου (περιλαμβανομένων των συστημά-των διαχείρισης κινδύνων και κανονιστικής συμ-μόρφωσης), διαδικασίες για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την καταστολή καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων, μηχανισμούς επικοι-νωνίας με τους μετόχους, πολιτική αποδοχών.

4. Κανονισμός Λειτουργίας (άρ.14): 

Η εταιρεία οφείλει να διαθέτει επικαιροποιημένο κανονισμό λειτουργίας για την ίδια και τις σημαντικότερες θυγατρικές της, ο οποίος εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. O κανονισμός πρέπει να περιέχει ρυθμίσεις τουλάχιστον για τα θέματα που ορίζονται στις διατάξεις του Νόμου, όπως λ.χ. αναφορά των κύριων χαρακτηριστικών του συστήματος εσωτερικού ελέγχου, τη διαδικασία πρόσληψης των ανώτατων διευθυντικών στελεχών και αξιολόγησης της απόδοσής τους, τη διαδικασία γνωστοποίησης σχέσεων εξάρτησης των ανεξάρτητων μη εκτελεστικών μελών, διαδικασίες πρόληψης και αντιμετώπισης καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων κ.ά. Σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 1/891/30.09.2020 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ειδικά για το σύστημα εσωτερικού ελέγχου και την αξιολόγησή του ο Κανονισμός Λειτουργίας πρέπει κατ’ ελάχιστον να περιέχει την πολιτική αξιολόγησης του συστήματος εσωτερικού ελέγχου (λ.χ. αντικείμενο και περιοδικότητα του ελέγχου, εύρος αξιολόγησης κλπ.) καθώς και την διαδικασία της αξιολόγησης (λ.χ. στάδια επιλογής των υποψηφίων που θα διενεργήσουν την αξιολόγηση, το αρμόδιο όργανο, τη διαδικασία επιλογής και έγκρισης της ανάθεσης της αξιολόγησης από το αρμόδιο όργα-νο κ.ά.). Τα άτομα που διενεργούν την αξιολόγηση πρέπει να διακατέχονται από αντικειμενικότητα και ανεξαρτησία και να διαθέτουν σχετική επαγγελματική εμπειρία και κατάρτιση. Η αξιολό-γηση της επάρκειας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου πρέπει να πραγματοποιείται με βάσει τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Σε περίπτωση ομίλου, ιδίως για μητρικές εταιρείες συμμετοχών πρέπει να προσδιορίζονται με βάση την πολιτική της εταιρείας οι σημαντικές θυγατρικές της που θα συμπεριληφθούν στο εύρος της αξιολόγησης. Αντικείμενα της αξιολόγησης αποτελούν το περιβάλλον ελέγχου, η διαχείριση κινδύνων, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και οι δικλείδες ασφαλείας, το σύστημα πληροφόρησης και επικοινωνίας και η παρακολούθηση του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Η πρώτη αξιολόγηση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως την 31η Μαρτίου 2022 με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου 2021 και περίοδο αναφοράς από την έναρξη ισχύος του άρ.14 Ν.4706/2020.

Επιπλέον απαιτείται όπως ορκωτός ελεγκτής επι-βεβαιώνει στην Έκθεση Ελέγχου ότι η Εταιρεία διαθέτει επικαιροποιημένο κανονισμό λειτουργίας6.

5. Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου

α) Οργάνωση και λειτουργία (άρ.15): Η Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου είναι επιφορτισμένη με την παρακολούθηση και τη βελτίωση των λειτουργιών και των πολιτικών της Εταιρείας αναφορικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου της. Ο Νόμος ρυθμίζει ζητήματα όπως ο τρόπος και τα κωλύματα διορισμού του επικεφαλής της, οι αρμοδιότητες καθώς και οι υποχρεώσεις του (υποβολή προς την επιτροπή ελέγχου ετήσιου προγράμματος ελέγχου και απαιτήσεων πόρων για την υλοποίησή του κοκ).Σε περίπτωση μεταβολής του επικεφαλής, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πρέπει να ενημερωθεί εντός είκοσι (20) ημερών από τη μεταβολή.

β) Αρμοδιότητες (άρ.16): Προβλέπονται ενδεικτικά οι αρμοδιότητες της Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου, όπως λ.χ. η παρακολούθηση, έλεγχος και αξιολόγηση της εφαρμογής του κανονισμού λειτουργίας και του Συστήματος εσωτερικού ελέγχου, η σύνταξη εκθέσεων προς τις ελεγχόμενες μονάδες, περιοδική υποβολή αναφορών στην επιτροπή ελέγχου κ.ά. καθώς καιοι υποχρεώσεις του επικεφαλής για παράσταση στις Γενικές Συνελεύσεις και έγγραφη παροχή πληροφοριών προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

6 Άρθρο 21 Ν.4706/2020

6. Κώδικας Εταιρικής Διακυβέρνησης (άρ.17): 

Ο Νόμος προβλέπει περαιτέρω υποχρέωση της εταιρείας να εφαρμόζει κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης που έχει καταρτισθεί από φορέα εγνωσμένου κύρους.

7. Ενημέρωση των επενδυτών

α) Ενημέρωση μετόχων από το ΔΣ για τα υποψήφια μέλη του (άρ.18): Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να αναρτά ενημέρωση (το αργότερο εντός 20 ημερών πριν από τη Γενική Συνέλευση) σχετικά με την αιτιολόγηση της πρότασης των υποψηφίων μελών του, το αναλυτικό βιογραφικό σημείωμά τους και η διαπίστωση των κριτηρίων καταλληλότητας των υποψηφίων σύμφωνα με την πολιτική καταλληλότητας της Εταιρείας.

β) Μονάδα Εξυπηρέτησης Μετόχων (άρ.19): Η σύσταση της συγκεκριμένης Μονάδας αποσκοπεί στην ισότιμη και άμεση πληροφόρηση των μετόχων και την εξυπηρέτησή τους για την άσκηση των δικαιωμάτων τους, καθώς και στην ενημέρωσή τους για άλλα ζητήματα που προβλέπονται στο Νόμο, όπως για τη διανομή μερισμάτων και δωρεάν μετοχών, την παροχή πληροφοριών για τις Γενικές Συνελεύσεις και τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε αυτές.

γ) Μονάδα Εταιρικών Ανακοινώσεων (άρ.20): Η Μονάδα Εταιρικών Ανακοινώσεων προβαίνει σε ανακοινώσεις σχετικά με ρυθμιζόμενες πληροφο-ρίες (Ν.3556/2007) και εταιρικά γεγονότα του Ν.4548/2018. Ακόμη, είναι επιφορτισμένη με τη συμμόρφωση της εταιρείας με τις υποχρεώσεις του άρ.17 του Κανονισμού 596/2014, για τη δημοσιοποίηση προνομιακών πληροφοριών και τις λοιπές εφαρμοστέες διατάξεις.

δ) Αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών ή έκδοση ομολογιακού δανείου-Αλλαγές στη χρήση αντληθέντων κεφαλαίων (άρ.22): Αν θέμα της Γενικής Συνέλευση είναι η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να υποβάλλει έκθεση σε αυτήν, όπου αναφέρονται οι γενικές κατευθύνσεις του επενδυτικού σχεδίου που θα χρηματοδοτηθεί από τα κεφάλαια της αύξησης, ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του και απολογισμός της χρήσης των αντληθέντων κεφαλαίων από προηγούμενες αυξήσεις εφόσον δεν παρήλθαν τρία έτη από την ολοκλήρωση της αύξησης. Τέτοιες πληροφορίες πρέπει να περιλαμβάνονται και στα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου όταν προβαίνει αυτό σε αύξηση του κεφαλαίου δυνάμει του Ν.4548/2018. Απόκλιση μεγαλύτερη του 20% στη χρήση των αντληθέντων κεφαλαίων, σε σχέση με αυτή που προβλέπεται στο ενημερωτικό δελτίο και στις σχετικές αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης ή του Διοικητικού Συμβουλίου, είναι επιτρεπτή αν προηγηθεί απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου με πλειοψηφία 3/4 και έγκριση από τη Γενική Συνέλευση, η οποία αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Τέτοια απόκλιση δεν είναι δυνατή πριν περάσει εξάμηνο από την ολοκλήρωση της άντλησης, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιπτώσεις. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για την έκδοση ομολογιακού δανείου με δημόσια προσφορά και δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου.

ε) Διάθεση περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας (άρ.23): Ο Νόμος ορίζει περαιτέρω ότι απόφαση της Γενικής Συνέλευσης για τη διάθεση περιουσιακών της στοιχείων, οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός δύο (2) ετών και η αξία των οποίων αντιπροσωπεύει άνω του πενήντα ένα τοις εκατό (51%) της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας, πρέπει να λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία κατά τα οριζόμενα στο άρ.130 παρ.3,4 Ν.4548/2018.

8. Κυρώσεις (άρ.24):

Τέλος, ο Νόμος ορίζει και τις επαπειλούμενες κυρώσεις (επίπληξη, πρόστιμο7 μέχρι 3 εκατ. €) καθώς και τους παράγοντες επιμέτρησης του προστίμου (λ.χ. βαρύτητα παράβασης, βαθμός υπαιτιότητας, υποτροπή, κ.ά.). Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 1A/890/18.09.2020 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτρο-πής Κεφαλαιαγοράς, για την βαρύτητα της πράξης εξετάζεται η σοβαρότητα της παράβασης βάσειτης επίπτωσής της στη λειτουργία της εταιρείας,το αν η παράβαση παραβιάζει περισσότερες διατάξεις εταιρικής διακυβέρνησης και το αν η παράβαση είναι ουσιαστική ή διαδικαστική.

Εξετάζεται περαιτέρω, η διάρκεια της παράβασης και η συχνότητά της (άπαξ ή κατ’ εξακολούθηση τέλεση). Επιπλέον, διερευνάται ο βαθμός πιθανότητας πρόκλησης βλάβης στα συλλογικά συμφέροντα των επενδυτών και των μετόχων μειοψηφίας.

7 Η διαδικασία υπολογισμού του προστίμου αποτελείται από τέσσερα (4) στάδια: α. προσδιορισμό της παράβασης, β. επιμέτρηση των παραγόντων για τον προσδιορισμό του ύψους του προστίμου, γ. επιμέτρηση παραγόντων για την επαύξηση ή τον μετριασμό του ύψους του προστίμου, δ. προσαύξηση του ύψους του προστίμου για καθ’ υποτροπήν παραβάσεις.

Αναφορικά με την υπαιτιότητα αυτή μπορεί να αφορά παράβαση 

που τελέστηκε είτε από φυσικό είτε από νομικό πρόσωπο. Ακόμη συνεκτιμάται, η λήψη μέτρων από τον παραβάτη για άρση της παράβασης στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας του με την Επιτροπή Κεφαλαιαγο-ράς (λ.χ. ταχύτητα, αποτελεσματικότητα, πληρότητα συνεργασίας κ.ά.). Τέλος, ως υποτροπή ορίζεται η τέλεση παραβάσεων του Ν.4706/2020 που τελέστηκαν κατά την τελευταία πενταετία πριν από την ημερομηνία τέλεσης της παράβασης.

Οι παραβάσεις μπορεί να αποδίδονται είτε στο ίδιο το νομικό πρόσωπο είτε στα φυσικά πρόσωπα που αποτελούν το Διοικητικό Συμβούλιο, την Επιτροπή Ελέγχου ή άλλα πρόσωπα στα οποία έχουν ανατεθεί υποχρεώσεις λόγω της ιδιότητάς τους και των αρμοδιοτήτων τους. Οι παραβάσεις ανάλογα με τη σημαντικότητά τους χωρίζονται σε εννέα κατηγορίες όπου σταθμίζονται με βάση την υπαιτιότητα και επιβάλλεται η αντίστοιχη κύρωση (επίπληξη για τις λιγότερο σημαντικές) ή χρηματικό πρόστιμο. Για την επαύξηση ή τον μετριασμό του ύψους του προστίμου λαμβάνονται υπόψη παράγοντες όπως λ.χ.  η λήψη μέτρων για άρση της παράβασης στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο της διερεύνησης κ.ά.

Το κύρος των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης δεν θίγεται από την παραβίαση των διατάξεων για την εταιρική διακυβέρνηση. Το σύστημα κυρώσεων του νόμου επιδιώκει τον προσδιορισμό κυρώσεων με σαφήνεια, απλότητα, αντικειμενικότητα και διαφάνεια. Η επαπειλούμενη κύρωση πρέπει να είναι κατάλληλη και εύλογη (σχέση μέσου-σκοπού).

Με αυτό το σύστημα κυρώσεων επιδιώκεται η αποτελεσματική προστασία της αγοράς και των επενδυτών.  Το σύστημα κυρώσεων του νόμου επιδιώκει τον προσδιορισμό κυρώσεων με σαφήνεια, απλότητα, αντικειμενικότητα και διαφάνεια. Η επαπειλούμενη κύρωση πρέπει να είναι κατάλληλη και εύλογη (σχέση μέσου-σκοπού).  Με αυτό το σύστημα κυρώσεων  επιδιώκεται η αποτελεσματική προστασία της αγοράς και των επενδυτών.


ΙΙΙ. Προσβλέποντας σε ένα πιο αξιόπιστο επενδυτικό περιβάλλον 

Με τον Ν.4706/2020 επιδιώκεται η προσαρμοσμένη ενίσχυση των διαδικασιών και των δομών εταιρικής διακυβέρνησης προκειμένου να ανταποκρίνονται στις αυξημένες απαιτήσεις που τίθενται από τη σύγχρονη αγορά κεφαλαίου.  Ο Νόμος είναι εναρμονισμένος σε σημαντικό βαθμό με το νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ και λαμβάνει υπόψη του τις διεθνείς τάσεις στον συγκεκριμένο τομέα. Το γεγονός αυτό μπορεί να συντελέσει στη δημιουργία ενός ασφαλούς και αξιόπιστου επενδυτικού περιβάλλοντος και εν τέλει να αναδειχθεί ο Νόμος (και) σε εργαλείο προσέλκυσης επενδύσεων.

 

Πλατής – Αναστασιάδης και Συνεργάτες, Δικηγορική Εταιρεία

Η Δικηγορική Εταιρεία Πλατής – Αναστασιάδης και Συνεργάτες είναι μέλος του δικτύου EY Law με παρουσία σε 83 χώρες παγκοσμίως και αποτελείται από δυναμικό 2.200+ συνεργατών.

Πιο συγκεκριμένα, είμαστε μία ανεξάρτητη δικηγορική εταιρεία που στελεχώνεται από 25 δικηγόρους. Η Εταιρεία μας παρέχει νομικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας σε ένα ευρύ πλαίσιο εμπορικών και χρηματοοικονομικών συναλλαγών.

Ιδιαίτερα στη γεωγραφική μας περιφέρεια, έχουμε διαρκή συνεργασία με τις αντίστοιχες δικηγορικές εταιρείες συνεργαζόμενες με την EY, προκειμένου να προσφέρουμε με επαγγελματισμό και συνέπεια υπηρεσίες στους πελάτες μας με διασυνοριακές συναλλαγές.

Η εμπειρία μας, μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε καλύτερα τις ανάγκες των πελατών μας και να τους προσφέρουμε ολοκληρωμένες λύσεις που λαμβάνουν υπόψιν τους τομείς της λογιστικής, της φορολογίας και των χρηματοοικονομικών συμβουλευτικών υπηρεσιών.

Η πρακτική που υιοθετείται από τη Δικηγορική Εταιρεία Πλατής – Αναστασιάδης και Συνεργάτες είναι η έμφαση στην εξεύρεση λύσεων. Συνεργαζόμαστε στενά με τους πελάτες μας προκειμένου να υιοθετήσουμε καινοτόμους και πρακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των θεμάτων που τους απασχολούν. Βασική προτεραιότητά μας είναι να βοηθήσουμε τους πελάτες μας να επιτύχουν τους επαγγελματικούς τους στόχους. Η πείρα, η αφοσίωση και ο ενθουσιασμός που μας διακρίνει έχουν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ισχυρού πελατολογίου στο οποίο περιλαμβάνονται εγχώριες και διεθνείς εισηγμένες εταιρείες, εταιρείες Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.