H Βιώσιμη Ανάπτυξη δεν είναι απλώς ένα ακόμη εταιρικό "buzzword", αλλά αποτελεί πρωταρχικό στόχο για τις επιχειρήσεις, τις κυβερνήσεις και την κοινωνία των πολιτών. Πρόκειται για ένα «στοίχημα» για το μέλλον, το οποίο πρέπει να κερδηθεί σήμερα, καθώς αφορά την επίτευξη ανάπτυξης που θα καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να τίθεται εν αμφιβόλω η δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες, ισορροπώντας μεταξύ της οικονομικής προόδου, της κοινωνικής ευημερίας και της προστασίας του περιβάλλοντος. Τα κριτήρια ESG (Environmental, Social and Governance) διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια, καθώς βοηθούν τις επιχειρήσεις να καθορίζουν να μετρούν και να παρακολουθούν τις σημαντικότερες επιδράσεις, κινδύνους και ευκαιρίες που τους αφορούν σε σχέση με τα θέματα βιώσιμης ανάπτυξης.
Πιο συγκεκριμένα, εστιάζουν στην παρακολούθηση θεμάτων ESG που δημιουργούν:
- Σημαντικές θετικές ή αρνητικές επιδράσεις στα ενδιαφερόμενα μέρη των επιχειρήσεων (π.χ. υγεία και ασφάλεια καταναλωτών, εργαζομένων, προμηθευτών) και στο φυσικό περιβάλλον (π.χ. επιπτώσεις στην αλλαγή του κλίματος από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, επιπτώσεις στη ρύπανση του εδάφους από τη διαχείριση απορριμμάτων κ.ά.).
- Σημαντικούς κινδύνους και ευκαιρίες που τα θέματα βιώσιμης ανάπτυξης επιφέρουν για τις ίδιες τις επιχειρήσεις (π.χ. ανάγκη για επενδύσεις στο πλαίσιο της προσαρμογής σε φυσικούς κλιματικούς κινδύνους) , που τελικά δημιουργούν χρηματοοικονομικές επιδράσεις (θετικές ή αρνητικές) για την ίδια την επιχείρηση. Το κατά πόσο, επομένως, τα κριτήρια ESG θα εφαρμοστούν με τρόπο που τελικά συνεισφέρει στη βιώσιμη ανάπτυξη σχετίζεται, κυρίως, με το πόσο άμεσα θα επηρεάσουν το επιχειρηματικό μοντέλο και, τελικά, τα προϊόντα/ υπηρεσίες της επιχείρησης.
Με άλλα λόγια, το κατά πόσο ένα προϊόν θα μετασχηματιστεί για να καλύψει ανάγκες βιώσιμης ανάπτυξης ή θα βελτιωθεί ως προς τις πρώτες ύλες, τις διαδικασίες παραγωγής, τη μεταφορά, τη χρήση και την ολοκλήρωση του κύκλου ζωής του είναι αυτό που καθορίζει τον ρόλο των παραγόντων ESG όσον αφορά την ουσιαστική συνεισφορά στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Παραδοσιακά, οι εταιρείες έχουν σκοπό την κερδοφορία, η οποία έχει –κυρίως– βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ευρύτερη αξία ή ζημία που δημιουργεί μια επιχείρηση στο σύνολο των ενδιαφερομένων μερών της και στο φυσικό περιβάλλον σε βάθος χρόνου. Η επιτάχυνση της συνεισφοράς μιας επιχείρησης στη βιώσιμη ανάπτυξη προϋποθέτει, επομένως, την εκτίμηση της διευρυμένης και της μακροπρόθεσμης αξίας που αυτή δημιουργεί μέσα από τον κύκλο ζωής των προϊόντων/υπηρεσιών της, σε όλο το φάσμα της αλυσίδας αξίας της - από την εφοδιαστική αλυσίδα, τις παραγωγικές δραστηριότητες και τη μεταφορά έως τη χρήση και την ολοκλήρωση του κύκλου ζωής των προϊόντων/ υπηρεσιών.
Για χρόνια επικρατούσε η εσφαλμένη αντίληψη ότι η επένδυση σε πρωτοβουλίες για το κλίμα και την κοινωνία δεν συνεπαγόταν χρηματοοικονομική αξία. Πολλοί , μάλιστα, θα έχουν αναρωτηθεί « γιατί με αφορούν» τα κριτήρια ESG και «τι έχω να κερδίσω» από αυτά;
Ωστόσο, οι έννοιες της μακροπρόθεσμης αξίας (long-term value) και της διευρυμένης αξίας (total value) -οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τη βιώσιμη ανάπτυξη- όχι μόνο δεν αντιτίθενται στην έννοια της κερδοφορίας, αλλά, στην ουσία, τη βελτιώνουν σε μέσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την έρευνα της ΕΥ, Sustainable Value Study Ελλάδα 2023, το 45% των επιχειρήσεων του δείγματος διαπίστωσαν ότι οι πρωτοβουλίες τους για το κλίμα οδήγησαν στη δημιουργία μεγαλύτερης χρηματοοικονομικής αξίας σε σχέση με τις προσδοκίες τους, ενώ, μάλιστα, οι επιχειρήσεις που ξεκινούν νωρίτερα τη διαδρομή τους προς τη βιώσιμη ανάπτυξη, εξασφαλίζουν ακόμη μεγαλύτερα οφέλη.
Ωστόσο, παρά τα κριτήρια ESG, η αποτελεσματική αξιολόγηση και διαχείριση του αντικτύπου των δραστηριοτήτων της επιχείρησης στην ευρύτερη κοινωνία και το περιβάλλον -αλλά και το αντίστροφο- παραμένει μια πρόκληση.
Σε αυτό, η έννοια της «διπλής ουσιαστικότητας» έρχεται να δώσει μία «λύση» . Ακολουθώντας την Ευρωπαϊκή Οδηγία CSRD και τα πρότυπα ESRS, η διπλή ουσιαστικότητα αποτελεί ένα εργαλείο για να αξιολογηθεί τόσο η επίδραση της επιχείρησης στο εξωτερικό περιβάλλον όσο και η επίδραση του εξωτερικού περιβάλλοντος στην επιχείρηση.
Η ενσωμάτωση της διπλής ουσιαστικότητας και των κριτηρίων ESG στις επιχειρηματικές στρατηγικές αποτελεί ένα ουσιαστικό βήμα προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και όχι απλά μια πρόσκαιρη τάση ή μια άσκηση συμμόρφωσης. Οι επιχειρήσεις που υιοθετούν αυτή την προσέγγιση αποδεικνύουν έμπρακτα ότι δεν επιδιώκουν μόνο την άμεση κερδοφορία, αλλά και τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για τα ενδιαφερόμενά μέρη, το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και το περιβάλλον. Αυτό ενισχύει την ανθεκτικότητα και τη βιωσιμότητά τους, επιτρέποντάς τους να προσελκύσουν περισσότερες επενδύσεις, αλλά και να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον αγοράς.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Καθημερινή" στις 17 Νοεμβρίου 2024.